Από τη «δήλωση Κίσινγκερ» στην «καύχηση αθεΐας» της Μαριέττας«Πρέπει να καταλάβουμε ότι ζούμε σε κατάσταση πραγματικού πολέμου.
Μόνο που ο τρόπος του πολέμου έχει αλλάξει ριζικά»
Χ. Γιανναράς, Αφελληνισμού παρεπόμενα, εκδ. Ίνδικτος, σ. 47
Ο διάσημος Ελληνομέτρης Χρήστος Γιανναράς ξαναχτύπησε. Αυτή τη φορά επετέθη στην υπουργό «Θρησκευμάτων (και Παιδείας)», στοχοποιώντας την… «άθεη Μαριέττα»! Την κατηγόρησε ότι δήθεν καυχήθηκε από τηλεοράσεως για την αθεΐα της, κι όταν εκείνη διαμαρτυρήθηκε για το τερατώδες ψεύδος, αυτός απάντησε ότι την «από τηλεοράσεως καύχηση για αθεΐα της κυρίας Γιαννάκου» την «πιστοποίησ[ε] ως τηλεθεατής» ο ίδιος, με τα μάτια και τ’ αφτιά του, και ότι αποτελεί «τηλεοπτικό γεγονός»! Είναι δυνατόν να κοιμούνταν όλοι οι φρουροί της πίστης και οι πατριδοφύλακες την ώρα που τάχα η κυρία Γιαννάκου εκαυχάτο από τηλεοράσεως και ο μόνος που αγρυπνούσε ήταν ο Γιανναράς; Είναι, αφού το «πιστοποίησε» και μας διαβεβαιώνει η Αυθεντία Του! Άλλωστε η Θεολογία την οποία υπηρετεί είναι η μεγαλύτερη και ευρύτερη των «επιστημών» του Ελληνανθρώπου, διότι ποτέ δεν χρειάζεται να αποδείξει οτιδήποτε. Λέτε όμως, στη χώρα των Helleban, η κυρία Γιαννάκου να είχε κάνει τέτοια «καύχηση αθεΐας» από τηλεοράσεως και όχι μόνο να μην είχε εξαφανιστεί πολιτικά, αλλά να παρέμενε υπουργός; Δεν χρειάζεται όμως να αποδείξουμε το αυταπόδεικτο, πόσο εξωφρενικό και κακοηθέστατο είναι το σκόπιμο ψεύδος του Ελληνομέτρη.
Αναλυτικότερα, η υπόθεση έχει ως εξής: Στο καθιερωμένο κυριακάτικο κήρυγμα Μίσους από τον άμβωνα της «Καθημερινής» ο Ελληνομέτρης έγραψε στις 15 Απριλίου 2007, ανάμεσα σε διάφορα ψεύδη, ανακρίβειες, αφόρητες συνωμοσιολογίες και μπουρδολογίες που αποκαλύπτουν την ακρισία του και τα εξής:
«Κατόρθωμα εξόφθαλμο της κυβερνητικής πολιτικής: Ενα βιβλίο Ιστορίας του Δημοτικού Σχολείου μεταβάλλει τις προσεχείς εκλογές, οψέποτε πραγματοποιηθούν, σε δημοψήφισμα. Το δημοψηφισματικό δίλημμα του ψηφοφόρου απλό και ξεκάθαρο: Ναι ή όχι σε μια πολιτική για την παιδεία (κοινή και από τα τρία κόμματα νομής της εξουσίας) που ακυρώνει μεθοδικά την ιστορική αυτοσυνειδησία και την πολιτιστική ιδιοπροσωπία, έσχατα ερείσματα αυτοσεβασμού, των σημερινών Ελλήνων. […] Το βιβλίο Ιστορίας της Στ΄ Δημοτικού είναι το μοιραίο λάθος της κυβερνητικής πολιτικής. Τα «δομημένα ομόλογα» απογοήτευσαν, όμως απλώς ενίσχυσαν το απαξιωτικό αίσθημα του πολίτη για τους επαγγελματίες πολιτικούς. Η πέραν πάσης πολιτικής λογικής «εμφύτευση» της πρώην Δημάρχου Αθηναίων στο υπουργείο Εξωτερικών και μιας κυρίας καυχόμενης από τηλεοράσεως για την αθεΐα της στο υπουργείο Θρησκευμάτων (και Παιδείας) εισπράχθηκαν από πολλούς με συμπόνια για τις εκβιαστικές πιέσεις που δέχεται ο πρωθυπουργός από τον «ξένο παράγοντα». Αλλά το διαβόητο βιβλίο Ιστορίας είναι η μοιραία πρόκληση: Θίγει την πιο καίρια πτυχή της λαϊκής ευαισθησίας, τη ψυχολογική (παρηγοριάς) καταφυγή του σημερινού χιλιοταπεινωμένου Ελληνα στην Ιστορία».
Η… άσημη «αναγνώστρια» της «Καθημερινής» κυρία Μαριέττα Γιαννάκου έστειλε την παρακάτω διαμαρτυρία, την οποία η εφημερίδα δημοσίευσε τρεις (3) εβδομάδες μετά, στο φύλλο της 6ης Μαΐου 2007 στα… «Γράμματα Αναγνωστών», συνοδευμένη από μια ιταμότατη απάντηση του προφανέστατα ψευδόμενου Ελληνομέτρη, ο οποίος είχε και έχει στόχο να ντοπάρει, με τέτοια κακοήθη ψέματα, τους φανατικούς, να καλλιεργήσει το Μίσος εναντίον της υπουργού Παιδείας:
Κύριε διευθυντά,
Με έκπληξη διάβασα το άρθρο του κ. Χρήστου Γιανναρά με τίτλο: «Ποιος ορίζει το μέλλον της χώρας» που δημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή» της Κυριακής της 15ης Απριλίου 2007.
Ο αρθρογράφος, αφού ισχυρίζεται ότι η κυβέρνηση υφίσταται πιέσεις από ξένα συμφέροντα, αναφέροντας ως δήθεν παράδειγμα το νέο βιβλίο της Ιστορίας της ΣΤ΄ Δημοτικού, εν τέλει πραγματοποιεί την «τελική υπέρβαση»: Φαντάζεται ότι η υπογράφουσα «καυχήθηκε» από τηλεοράσεως για την «αθεΐα της».
Εκφράζω τη θλίψη μου για τη συγκεκριμένη, απολύτως ακατανόητη σε μένα συμπεριφορά του αρθρογράφου σας.
Θα θεωρούσα ως ανάξια διάψευσης τα γραφόμενά του, αν δεν βρισκόμασταν σε εποχή όπου οι εντυπώσεις συχνά υποκαθιστούν την πραγματικότητα και την αλήθεια.
Στη Δημοκρατία, ασφαλώς η κριτική είναι όχι μόνο αναγκαία, αλλά και επιθυμητή, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι αυτή δεν περιλαμβάνει ανακρίβειες, που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι υποκρύπτουν σκοπιμότητες.
ΜΑΡΙΕΤΤΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ
Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων
Απάντηση
Θα μου επιτρέψει η κυρία υπουργός να σημειώσω (και ο αναγνώστης μπορεί να επαληθεύσει) ότι η επιφυλλίδα μου έθετε διλημματικά ερωτήματα με συγκεκριμένο και κατονομαζόμενο έρεισμα σε πραγματικά, όχι φανταστικά δεδομένα. Θα ήμουν ευτυχής, αν δεν τα παρέκαμπτε ως «ανάξια» απαντήσεως. Αν διαφώτιζε τις αιτίες που επέβαλαν να πειθαρχήσει η διδασκαλία της ΣΤ΄ Δημοτικού στις «κανονιστικές αρχές» του Joint History Project. Αν εξηγούσε τους λόγους που την οδήγησαν να αντιμετωπίσει με τόσο προσβλητικούς χαρακτηρισμούς την απόρριψη του διαβόητου βιβλίου από την κυβέρνηση της Κύπρου, την καίρια επιστημονική αντίδραση της Ακαδημίας Αθηνών, τον καταιγισμό αντιδράσεων από επιστημονικές εταιρείες και πολιτιστικά ιδρύματα.
Την από τηλεοράσεως καύχηση για αθεΐα της κυρίας Γιαννάκου, σε παρελθόντα χρόνο, την πιστοποίησα ως τηλεθεατής και τη σέβομαι απολύτως ως δημόσια έκφραση πεποιθήσεων. Αν η ίδια διαψεύδει το τηλεοπτικό γεγονός, ευχαρίστως και με ανακούφιση δέχομαι ότι υπέπεσα σε παρανόηση ή παράκουσα και ζητώ συγγνώμη.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ
Αυτό είναι το «ελληνορθόδοξο ήθος» του Ελληνομέτρη. Του διακινητή, από το 1997, του πιο βρωμερού «Πρωτόκολλου» των τελευταίων δεκαετιών: της εξόφθαλμα πλαστής «δήλωσης Κίσινγκερ» (Γιανναράς, «Καθημερινή», 24.8.1997). Μιας από τις πιο βρώμικες και μολυσματικές ελληναράδικες κατασκευές, την οποία εξακολουθεί ακόμη, εν γνώσει του ψεύδους, να διακινεί (τελευταία αναφορά του στην «Καθημερινή» της 17.12.2006). Στη διακίνηση μιας ακόμη αθλιότητας, εναντίον της κυρίας Γιαννάκου, θα κώλωνε;
Είναι ο αδίστακτος υμνητής από τον φιλοτρομοκρατικό άμβωνά του ακόμη και του Μπιν Λάντεν, που είναι, λέει, σαν τον Κανάρη και άλλους ήρωες του 1821. Τέτοια εξωφρενικά έγραφε στις 23 Σεπτεμβρίου 2001 ο υπερορθόδοξος χριστιανός, επιχαίροντας για τη μαζική δολοφονία χιλιάδων ανθρώπων, εγκωμιάζοντας τον αρχιδολοφόνο και το έγκλημα που θα άλλαζε τον κόσμο και θα έφερνε πολέμους και τρομοκρατικές επιθέσεις. Θα δίσταζε λοιπόν στη διακίνηση λοιπόν μιας ακόμη αθλιότητας, εναντίον της κυρίας Γιαννάκου;
Είναι ο ίδιος, ο αδίστακτος Ελληνομέτρης, που φτάνει ακόμη και να μετρά τον βαθμό «αφελληνισμού» των συνειδήσεων πολιτών και πολιτικών (π.χ. του Λ. Κύρκου που είναι, όπως έγραψε, η «πιο κραυγαλέα περίπτωση αφελληνισμένης συνείδησης» (Γιανναράς, «Καθημερινή», 5.12.1999). Είναι ο ίδιος, ο αδίστακτος Ελληνομέτρης, που καταγγέλλει τους «κουΐσλιγκ» (!), που διακρίνει τους Έλληνες σε πατριώτες και «ελληνώνυμους» - «ελληνόφωνους», αλλά η ιδιοκτησία της έγκριτης εφημερίδας δεν αισχύνεται, ούτε όταν ασχημονεί «φωτογραφικά», ούτε όταν ασχημονεί εις βάρος κατονομαζόμενων πολιτισμένων ανθρώπων. Αντιθέτως, είναι ο «πνευματικός» της, ο αμπελοφιλόσοφός της, το καμάρι της. Γι’ αυτό, όταν μπορεί, λογοκρίνει τις αντιδράσεις: μόνο όταν δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά και μετά την παρέλευση όσο γίνεται μεγαλύτερου διαστήματος καταχωνιάζει τις όποιες αντιδράσεις στη στήλη «γράμματα αναγνωστών», όπως συνέβη και τώρα με την «αναγνώστρια» κυρία Μ. Γιαννάκου.
Μια και μόνη φορά υπήρξε αντίδραση στελεχών της εφημερίδας, το περασμένο καλοκαίρι, όχι για τα μισαλλόδοξα κηρύγματα του Ελληνομέτρη, όχι για τις ύβρεις του εναντίον πολιτισμένων ανθρώπων, αλλά όταν ο Θεόσοφος κατήγγειλε ακόμη και την ίδια την «Καθημερινή» ότι δεν προβάλλει τους συγγραφικούς αναμηρυκασμούς του. Σε συνέντευξή του στο «ελληνοχριστιανικό» περιοδικό Manifesto, τχ. 6, εδήλωσε:
«Υπάρχουν εφημερίδες που δεν καταχωρούν ούτε αγγελία έκδοσης βιβλίου μου –μια από αυτές είναι και η «Καθημερινή» που με έχει ως κατά Κυριακή επιφυλλιδογράφο, αλλά οι σελίδες της οι σχετικές με το βιβλίο ελέγχονται ιεροεξεταστικά από συγκεκριμένη ομάδα επαγγελματιών της Αριστεράς».
Όμως το σχετικό σχόλιο της εφημερίδας (12.8.06) ήταν γραμμένο με τέτοιο τρόπο ώστε κανείς αναγνώστης δεν κατάλαβε ποιον εννοούσαν. Γενναία παλικάρια οι «ιεροεξεταστές επαγγελματίες της Αριστεράς» δημοσιογράφοι της «Καθημερινής», δήθεν θύμα των οποίων παρουσιάζει τον εαυτό του ο Γιανναράς: Επέπληξαν ανωνύμως τον ανώνυμο που έκανε πως δεν κατάλαβε, κι έτσι έμειναν μπουκάλα. Ένα οικογενειακό καβγαδάκι στα μουλωχτά ήταν που δεν αφορούσε τους αναγνώστες: Tι να κάνουμε, υπάρχουν κι αυτοί. Oι κατά φαντασίαν κάτοχοι της μιας και μόνης αλήθειας για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της Eλλάδας.Oποιοι, κατά την άποψή τους δεν λαμβάνουν σοβαρώς υπόψη τους τις αυστηρές διδαχές τους και δεν σέβονται τις θρηνωδίες τους για τα κακά και τα ελεεινά που βασανίζουν τη χώρα μας, θεωρούνται από αυτούς «εχθροί» – και των ιδίων και της πατρίδας.Kαι επιπλέον, όταν αυτοί οι φωτισμένοι εθνικοί διδάσκαλοι νομίσουν, ότι το μέγα έργο τους δεν προβάλλεται, όπως και όσο θα «έπρεπε», από τις εφημερίδες, τότε βλέπουν σ’ αυτή την απαράδεκτη παράλειψη, οργανωμένα μπλόκα... «ιεροεξεταστών» και... «επαγγελματιών της Αριστεράς»! Nαι, τόσο πολύ! (Aβυσσος...)
Δεν θα δίσταζε λοιπόν ο Ελληνομέτρης να γράψει μια ακόμη αναισχυντία, ότι δήθεν η «εμφυτευμένη» υπουργός «Θρησκευμάτων (και Παιδείας)» καυχάται ή καυχήθηκε από τηλεοράσεως για την αθεΐα της! Μη ζητήσετε να πει ο Ελληνομέτρης πότε συνέβη αυτό το δήθεν «γεγονός», σε ποιο τηλεοπτικό κανάλι το είδε με τα μάτια του και το άκουσε με τα αφτιά του. Αρκεί που Αυτός Έφα. Αρκεί που δημοσιεύει το νέο Πρωτόκολλο του Σοφού Γιανναρά η έγκριτη «Καθημερινή». Τι κι αν διαψεύδει η υπουργός: η διάψευσή της θα μπει στις επιστολές αναγνωστών και μάλιστα τον τελευταίο λόγο θα τον έχει ο Ελληνομέτρης. Ο σκοπός του Κήρυκα του εθνοθρησκευτικού Μίσους είναι προφανέστατος – μόνο στην ιδιοκτησία της εφημερίδας δεν είναι προφανής: Να κινητοποιήσει τους θρησκόληπτους εναντίον της υπουργού. Να ντοπάρει, να φανατίσει τους «ελληνορθόδοξους», τους άγαν «πατριώτες», με ένα ακόμη αδίστακτο ψεύδος. Και για να είναι πιο δραστικό το δηλητήριο τονίζει επίτηδες ότι πρόκειται για την υπουργό «Θρησκευμάτων (και Παιδείας)». Αυτό που ονομάζει «αγάπη», «αγαπητική σχέση» ή δήθεν «αγωνία» για το μέλλον του έθνους, δεν είναι παρά η Λοιμική του Μίσους, το Δηλητήριο του Μίσους, για την παραγωγή του οποίου αμείβεται, ενώ η διακίνησή του γίνεται δαπάναις της ιδιοκτησίας της εν λόγω εφημερίδας.
Γιατί κάθε τόσο ο Ελληνομέτρης βρίζει και την επίσης…«εμφυτευμένη» υπουργό των Εξωτερικών, κ. Ντόρα Μπακογιάννη; Μα γιατί ασκεί πολιτική νηφάλια και ορθολογιστική, γιατί δεν είναι φερέφωνο του μισαλλόδοξου εθνικισμού, γιατί φυσικά δεν συμφωνεί με τις εξτρεμιστικές απόψεις του για εθνοκάθαρση στη Θράκη (Γιανναράς, «Δισυπόστατη επικράτεια στη Θράκη», «Καθημερινή» 19.3.2006), που και αυτές δημοσιεύθηκαν απρόσκοπτα στην έγκριτη εφημερίδα, όχι όμως και η απάντηση του βουλευτή Ροδόπης Ιλχάν Αχμέτ, την οποία τελικώς δημοσίευσε στο «Βήμα» της 8.4.2006.
Γιατί ο Ελληνομέτρης βρίζει και συκοφαντεί δύο Κυρίες; Γιατί οπωσδήποτε και οι δύο ανήκουν σε άλλο πολιτισμό, δεν έχουν σχέση με τη βαρβαρότητα του καθ’ ημάς νεορθόδοξου φονταμενταλισμού. Γιατί και οι δύο είναι από τους πιο αξιοπρεπείς πολιτικούς, γιατί δεν εσύρθησαν να υπογράψουν στο ψευτοδημοψήφισμα, δεν έπαιξαν τον ψευτοορθόδοξο ρόλο των πολιτικών καντηλαναφτών στη Μεγάλη Απάτη του Χριστόδουλου και στο «εν δυνάμει κόμμα» που έβλεπε και τότε ο Ελληνομέτρης. Το ερώτημα είναι γιατί κανείς «σημιτοφύλακας», από όσους δήθεν έδιναν «μάχες» την περίοδο των ταυτοτήτων, δεν βρήκε λέξη να καταγγείλει την αήθη επίθεση με το επιχείρημα της αθεΐας στην κυρία Γιαννάκου. Θα έρθει και η ώρα προβολής της «αθεΐας» τού νυν προέδρου του ΠαΣοΚ, Γ. Παπανδρέου, τον οποίον άλλωστε υπαινίσσεται ανάμεσα στους συνωμότες της «Λέσχης Μπίλντεμπεργκ»… Έχουν όμως «αρχές» αυτοί οι πρώην εκσυγχρονιστές, τόσο ισχυρές που έκαναν εκπρόσωπο τον αρχικαντηλανάφτη του Χριστόδουλου, Π. Ευθυμίου!
Πότε συνέβη το «γεγονός»;
Ο θεόσοφος Γιανναράς δεν θυμάται πότε, «σε παρελθόντα χρόνο», λέει, εκαυχάτο η κυρία Γιαννάκου για την αθεΐα της. Εγώ όμως, ως πολύ νεώτερος του γηραιού θεολόγου, θυμούμαι πολύ καλά πότε ακριβώς συνέβη το «τηλεοπτικό γεγονός». Ήταν την ίδια ημέρα που ο Κίσινγκερ έκανε την περιβόητη ανύπαρκτη και εξόφθαλμα πλαστή «δήλωσή» του για το πώς θα χτυπηθεί ο Ελληνισμός στις ρίζες του. Ήταν όλες εκείνες τις ημέρες που ο φιλαλήθης Γιανναράς «στην πλατεία Ομονοίας άκουγ[ε] τον κ. Κύρκο να χλευάζει τις γριές και τους γέρους που πιστεύουν ακόμα στο Θεό» (8.2.2000) και γι’ αυτό, πολλά χρόνια μετά, του μέτρησε τον βαθμό αφελληνισμού. Ήταν την ίδια ημέρα που έγινε η «συνωμοσία» για την «πλεκτάνη Ανάν», ήταν την ίδια ημέρα που «συνωμότησαν» κάποιοι άλλοι στη «Λέσχη Μπίλντεμπεργκ», ήταν την ίδια μέρα που συνωμότησαν ξανά οι «κουΐσλιγκ της Νέας Τάξης» δεν θυμούμαι για ποια ανοησία, ήταν την ίδια ημέρα που δήθεν συνέβη κάθε ψεύδος ή συνωμοσιολογία απ’ αυτές που διακινεί ο νεοορθόδοξος φονταμενταλιστής, από τις στήλες (και με το κύρος) της έγκριτης «Καθημερινής».
Το γελοίο και θλιβερό είναι ότι αυτά τα εξτρεμιστικά κηρύγματα δεν δημοσιεύονται στην πραγματική θέση τους, π.χ. σε φυλλάδες σαν το «Παρόν» του αυριανιστή Μάκη Κουρή είτε στην Κακιά (ή «Ελεύθερη) Ώρα». Δημοσιεύονται στην «Καθημερινή», και η ιδιοκτησία της θεωρεί ότι πληρώνει κάποιον σημαντικό φιλόσοφο κι όχι τη φθαρμένη κασέτα του Κήρυκα του Μίσους, που αενάως παίζει παραλλαγές του ίδιου τροπαρίου. Τον ιεροκήρυκα του ελληνορθόδοξου φονταμενταλισμού, του μαχόμενου αντικοινοβουλευτισμού, του τυφλού εθνοθρησκευτικού Μίσους, του σκέτου εν τέλει Μίσους, δεν τον βλέπει! Την ακρισία δεν τη βλέπει… Πρέπει κανείς να είναι μεγαλοφυΐα κι όχι συνηθισμένος άνθρωπος για να καταλάβει τι σημαίνουν τα παραληρήματά του, οι κραυγές του ακόμη και πως βρισκόμαστε σε… εμπόλεμη κατάσταση; Θαρρώ πως σε πολλούς αρκεί και μόνο η κραυγή του: «Πρέπει να καταλάβουμε ότι ζούμε σε κατάσταση πραγματικού πολέμου...»! Πρέπει να είναι κανείς μεγαλοφυΐα για να αντιληφθεί ότι ο Ελληνομέτρης βρίσκεται σε μόνιμη εμπόλεμη κατάσταση με τη λογική, την ανοχή, την ανθρωπιά; Πρέπει να είναι κανείς μεγαλοφυΐα για να προσέξει ότι η κασέτα επαναλαμβάνει τους ίδιους και τους ίδιους παραλογισμούς; Πρέπει να είναι κανείς μεγαλοφυΐα για να καταλάβει πόσο μίσος μπορεί να κρύβει ένας ιεροκήρυκας της «αγάπης», με το οποίο κάθε τόσο μολύνει τις σελίδες της έγκριτης; Νομίζω πως δεν χρειάζεται κανείς να είναι ειδικός, αρκεί να διαβάσει ολόκληρο το παραλήρημα «Ποιος ορίζει το μέλλον της χώρας;» της 15ης Απριλίου 2007 για να βγάλει όλα τα συμπεράσματα.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πώς και από ποιους θα χρησιμοποιηθεί η «πιστοποίηση» του Ελληνομέτρη περί της δήθεν καύχησης της κ. Γιαννάκου. Για παράδειγμα, ένα από τα παπαγαλάκια του Γιανναρά, ο νεοφασιστικός «Στόχος», στις 10.5.2007 έγραφε:
Άθεη δηλώνει η Μαριέττα!
Εύγε στον συνταξιούχο καθηγητή Φιλοσοφίας στο Πάντειο Χρήστο Γιανναρά, διότι κατάφερε να ξεμπροστιάσει την υπουργό Παιδείας Μαριέττα Γιαννάκου: Στην “Καθημερινή” της περασμένης Κυριακής δημοσιεύτηκε επιστολή της υπουργού για παλιότερο δημοσίευμα του Γιανναρά, στο οποίο ο συνταξιούχος πανεπιστημιακός την έκραζε, διότι καυχήθηκε από τηλεοράσεως για την αθεΐα της!
Όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, η Μαριέττα στην επιστολή της προς την “Καθημερινή” ουδόλως αρνείται ότι τυγχάνει άθεη, αλλά περί άλλων τυρβάζει: “Εκφράζω τη θλίψη μου για την συγκεκριμένη, απολύτως ακατανόητη σε μένα συμπεριφορά του αρθρογράφου σας”!
Στην δική του απάντηση, ο κ. Χρήστος Γιανναράς εκφράζει την έκπληξή του που η υπουργός Παιδείας αρνείται να απαντήσει αν είναι άθεη και συνεχίζει: “Την από τηλεοράσεως καύχηση για αθεΐα της κυρίας Γιαννάκου την πιστοποίησα ως τηλεθεατής και την σέβομαι απολύτως ως δημόσια έκφραση πεποιθήσεων”!
Kαι η εφημερίδα του Καρατζαφέρη - Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού «Α1» (12-13.5.2007, αρ. φύλλου 367) έγραφε:
Η υπουργός Παιδείας Μαριέττα Γιαννάκου είναι άθεη και το καυχιέται, αποκάλυψε στην «Καθημερινή» ο καθηγητής Χρήστος Γιανναράς. Την περασμένη Κυριακή, η Μαριέττα έστειλε απάντηση στην «Καθημερινή» χωρίς να διαψεύσει ότι είναι άθεη!...
Σταχυολόγησα πολύ πρόχειρα μόνον αυτά, γιατί βαρέθηκα να ψάξω στις φυλλάδες του Μιχαλόπουλου, τη «Χρυσή Αυγή» και διάφορα άλλα νεοφασιστικά έντυπα. Είναι σίγουρο ότι και το νέο «Πρωτόκολλο» του Σοφού Γιανναρά, περί αθεΐας της Μαριέττας, θα κάνει λαμπρή καριέρα σ’ αυτούς τους χώρους, καθώς και στους εκκλησιαστικούς και παραεκκλησιαστικούς. Η μόνη μέχρι στιγμής αντίδραση υπήρξε το άρθρο του Δ. Γουσέτη, «Η ψευδολογία στην υπηρεσία της ελληνορθοδοξίας» («Αυγή», 12.5.2007).