Monday, July 10, 2006


Από το βιβλίο: Μανώλης Βασιλάκης, Η Μάστιγα του Θεού, εκδόσεις ΓΝΩΣΕΙΣ, σελίδες 666.

Πρόλογος του συγγραφέα

«Ελλάδα σημαίνει Ορθοδοξία». Αυτό το ιδεολόγημα το ακούμε επί μία ολόκληρη (δεύτερη) επταετία από τα χείλη του υπηρέτη της πρώτης Χριστόδουλου. Ή με δικά του λόγια διατυπωμένο, «για να είσαι Έλληνας προϋπόθεση είναι να είσαι χριστιανός ορθόδοξος». Στα αντίστοιχα κεφάλαια θα έχομε την ευκαιρία να σχολιάσομε όλα τα ιδεολογήματα του Αρχιεπισκόπου και των ομοϊδεατών του. Εδώ σημειώνομε μόνον ότι ο «ελληνοχριστιανισμός» μετά το 1974 μεταμφιέστηκε σε «ελληνορθοδοξία» και το 1998 απέκτησε ενιαία εκπροσώπηση και δυναμική πολιτική ηγεσία: τον Χριστόδουλο, που οχυρωμένος πίσω από την «επικρατούσα θρησκεία» εγείρει συνεχώς απαιτήσεις έναντι της πολιτείας, εν ονόματι πάντα της «Κιβωτού του έθνους».
Επέλεξα, αντί άλλου προλόγου, να παραθέσω τις απόψεις του Ελευθερίου Βενιζέλου για τα μείζονα θέματα που θέτουν όλα αυτά τα χρόνια ο Χριστόδουλος, η διοικούσα ιεραρχία, οι οπαδοί και οι ομοϊδεάτες τους. Πηγή είναι τα Εστενογραφημένα Πρακτικά της Β΄ Συντακτικής των Κρητών Συνελεύσεως[1], Συνεδριάσεις Οκτωβρίου-Νοεμβρίου 1906 και ιδιαίτερα εκείνη της 28ης Οκτωβρίου. Ο πληρεξούσιος Σφακίων Ι. Λεκανίδης είχε προτείνει στο πρώτο άρθρο του Συντάγματος να τεθεί ότι «επίσημος θρησκεία» είναι η Ανατολική Ορθόδοξη, εκτοξεύοντας την κατηγορία ότι το σχέδιο διαπνέεται από υλισμό και θρησκευτική αδιαφορία ή και εχθρότητα προς την Εκκλησία. Η πρότασή του υποστηρίχθηκε με ενθουσιασμό από πολλούς πληρεξουσίους[2], με κυρίαρχο επιχείρημα την ευγνωμοσύνη προς την «Κιβωτό».
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος με αλλεπάλληλες παρεμβάσεις του τόνισε:
«
Ότε ο κ. Λεκανίδης εζήτησε τον λόγον επί του πρώτου άρθρου του Συντάγματος εγνώριζον πού θα έφερε τον λόγον… κατεπλάγην δε, καθόσον προυχώρει ο λόγος του κ. πληρεξουσίου Σφακίων, διότι ο λόγος αυτού ήτο τοιούτος, ώστε να ταράξη την θρησκευτικήν συνείδησιν των πολιτών, η οποία γνωρίζετε πόσον είναι εύθικτος… Οφείλω δε να διακηρύξω ότι τίποτε άλλο δεν με διαθέτει δυσμενέστερον από την προσπάθειαν προς κολακείαν ή θωπείαν ή εκμετάλλευσιν των λαϊκών προλήψεων και των πόθων ακόμη, αν θέλητε.
» Είναι τόσον εύκολον το πράγμα, κύριοι πληρεξούσιοι, είναι τόσον γνωστή η συνταγή διά της οποίας δύναταί τις να προκαλέση τα χειροκροτήματα! Δεν έχει παρά να βάλη εις το ιγδίον [: γουδί] ολίγα κόκκαλα και ολίγον αίμα και να τα τρίψη, αν δε προσθέση εις ταύτα και ολίγον καπνόν από την Αγχίαλον[3], αν προσθέση μερικάς ίνας από το σχοινίον, με το οποίον εκρεμάσθη ο Πατριάρχης, βεβαίως δεν ημπορεί παρά να επιτύχη το αποτέλεσμα του να καλυφθή ο λόγος του διά χειροκροτημάτων… Μας είπον, κύριοι πληρεξούσιοι, ότι το Σύνταγμα το διαπνέει πνεύμα υλισμού. Η κατηγορία θα ήτο δικαιοτέρα αν ο αξιότιμος βουλευτής Σφακίων έλεγεν ότι το Σύνταγμα δεν μεριμνά περί ουδενός άλλου παρά μόνον περί των εγκοσμίων, διότι πραγματικώς μόνον περί των εγκοσμίων εμεριμνήσαμεν, ενομίζομεν δε ότι μόνον περί των εγκοσμίων εκαλούμεθα να μεριμνήσωμεν· ενομίσαμεν, κύριοι πληρεξούσιοι, ότι η εντολή, την οποίαν μας εδώκατε, ήτο να παρουσιάσωμεν σχέδιον πολιτικού Συντάγματος… []
» Ο κ. πληρεξούσιος Σφακίων ενόμισεν ότι θριαμβευτικώς θα επεξέλθη καθ’ ημών, ερωτών ημάς: Θέλετε λοιπόν να είσθε φιλελευθερώτεροι από τους Άγγλους, από τους Σουηδούς, τους Γερμανούς; Ναι, λέγομεν, και όχι μόνον θέλομεν, αλλ’ είμεθα τω όντι φιλελευθερώτεροι, και το πνεύμα της ελευθερίας είναι κατ’ εξοχήν γνώρισμα του πνεύματος του Ελληνισμού. Αν ελαττώμεθα κατά τον πολιτισμόν, τας τέχνας, την βιομηχανίαν, τα γράμματα, αλλά το πνεύμα της ελευθερίας είναι αρετή κατ’ εξοχήν ελληνική».
Στην ερώτηση πληρεξουσίου: «Και τι ζημιοί η λέξις επικρατούσα θρησκεία;», ο Βενιζέλος απήντησε: «Και τι προσθέτει;», ενώ στην ανταπάντηση: «Δεν βλάπτει τίποτε. Και διά λόγους ευγνωμοσύνης να την θέσωμεν», ο Βενιζέλος ήταν σαρκαστικός: «Διά λόγους ευγνωμοσύνης; Δεν κάμνομεν εν ψήφισμα ευγνωμοσύνης και ευχαριστιών προς την Κιβωτόν, η οποία διέσωσε τον εθνισμόν ημών; Εάν θέλετε δι’ αυτόν τον λόγον, είναι ευκολώτατον». Και αναρωτήθηκε: «Θέλω λοιπόν να μάθω τι είναι αυτή η επικράτησις, κύριοι πληρεξούσιοι; Τι θέλει να είπη ότι εν Κρήτη επικρατούσα Εκκλησία είναι η Ορθόδοξος Ανατολική;». Στην απάντηση του προέδρου ότι εννοείται «κατά τον αριθμόν επικρατούσα», ο Βενιζέλος απήντησε: «Α! Φυσικά! Εάν λοιπόν η σημασία του πράγματος ήνε αυτή –και δεν είναι καμμία άλλη παρ’ αυτή, την οποίαν εβεβαίωσεν ο κ. Πρόεδρος– έχει την θέσιν της, σας παρακαλώ, η αναγραφή εν τω Συντάγματι στατιστικών πληροφοριών; Και αν νομίζητε ότι εκ τούτου δύναται να επέλθη αίγλη εις την Εκκλησίαν, δεν είναι καλλίτερον να αναγράψωμεν τον αριθμόν των πιστευόντων αυτήν μελών, διά να αποδείξωμεν ότι ουχί απλώς επικρατούσα είναι –και κατά μικρόν τινα αριθμόν μάλιστα– αλλ’ ότι εκ των 330 χιλιάδων κατοίκων της Κρήτης οι 300.000 πιστεύουσιν εις την [ορθόδοξον] θρησκείαν;». Παρενέβη άλλος πληρεξούσιος υποστηρίζοντας ότι «Ημείς από σεβασμόν μόνον το ζητούμεν», για να σαρκάσει εκ νέου ο Ελ. Βενιζέλος: «…Εγώ προτείνω, κύριε Καλοειδά, εάν θέλητε, διακόπτοντες την συνεδρίασιν να μεταβώμεν όλοι οι Χριστιανοί εις τον καθεδρικόν ναόν να κάμωμεν μίαν δοξολογίαν, και να προσκυνήσωμεν την Αγίαν του Χριστού Εκκλησίαν, η οποία έσωσε τον Ελληνισμόν εν ημέραις πονηραίς!... Ηξεύρω και εγώ να είπω από τοιαύτα! (Γέλωτες)». Ο Ελ. Βενιζέλος στη συνέχεια επανέλαβε αρκετές φορές ότι η επιτροπή δέχεται επικρίσεις διότι «δεν ανεγράψαμεν αυτήν την στατιστικήν πληροφορίαν εις το Σύνταγμα», επιμένοντας να χαρακτηρίζει ως «στατιστική πληροφορία» την αναγραφή της θρησκείας. (Άλλωστε και το Σύνταγμα του 1899, του οποίου ήταν βασικός εισηγητής, δεν περιείχε διάταξη περί επικρατούσης θρησκείας, ενώ το άρθρο 10 εγγυόταν ότι «έκαστος είναι ελεύθερος να πρεσβεύη οιονδήποτε θρήσκευμα προτιμά»). Το μαστίγωμα από τον Βενιζέλο συνεχίσθηκε με την επανάληψη της θέσης του για ελευθεροθρησκεία: «Φοβούμαι, κύριοι πληρεξούσιοι, μήπως εγγίσητε ουχί απλώς εν τω [συνταγματικώ] χάρτη, αλλ’ εν ταις συνειδήσεσιν την ανεξιθρησκείαν και την ελευθεροθρησκείαν, ίνα είπω ακριβέστερον», χαρακτηρίζοντας την ελευθεροθρησκεία ως «στοιχειώδη διάταξιν της ελευθερίας της συνειδήσεως», για να ρωτήσει τους πληρεξουσίους: «διατί δεν αρκείσθε εις την τελείαν αναγραφήν του δικαιώματος της ελευθεροθρησκείας, αλλά θέλητε να παρεμβάλητε έκφρασιν [σ.σ.: επίσημος ή επικρατούσα θρησκεία] δυναμένην να παρεξηγηθή;». Στις καυχησιολογίες τού εκ Σφακίων εισηγητού της εν λόγω προτάσεως, ότι «Φιλελεύθεροι είναι όσοι ανήκουσιν εις το Ανατολικόν Ορθόδοξον δόγμα. Μόνον αυτοί είναι φιλελεύθεροι», ο Βενιζέλος απάντησε:
«Ο κ. Λεκανίδης κηρύττει ότι είναι φιλελεύθερος, διότι είναι ορθόδοξος· εγώ έχω καθήκον να διακηρύξω ότι είμαι φιλελεύθερος διότι είμαι Έλλην. H ελευθεροθρησκεία είναι αρετή ιδιάζουσα κατ’ εξοχήν εις το Ελληνικόν Έθνος. Δεν αρνούμαι ότι η ελευθεροθρησκεία ανταποκρίνεται καθολοκληρίαν και προς το καλώς εννοούμενον θρησκευτικόν πνεύμα, αφού η αρίστη ίσως των παραβολών του Ευαγγελίου είναι η παραβολή του Σαμαρίτου. [] αλλ’ έχω να διαμαρτυρηθώ κατά… της αντιλήψεως ότι ο Ελληνισμός ταυτίζεται προς την έννοιαν της Ορθοδοξίας· ο Ελληνισμός προϋπήρξεν αιώνας όλους πριν ή εμφανισθή ο Χριστός κομίζων το Ευαγγέλιον της σωτηρίας. Η έννοια λοιπόν του Ελληνισμού δεν δύναταί ποτε να ταυτισθή με την έννοιαν της Ορθοδοξίας». Υπενθυμίζοντας δε την ρήση του πληρεξουσίου Σφακίων, ότι «ο Ελληνισμός δεν δύναται να νοηθή άνευ Ορθοδοξίας», ο Βενιζέλος συνέχισε το μαστίγωμα αυτών των απόψεων: «Κατά της αντιλήψεως αυτής διαμαρτύρομαι. Είπον ότι ο Ελληνισμός υπήρξεν αιώνας όλους προ του Xριστιανισμού και προσθέτω ακόμη ότι η λαμπρότερα περίοδος του ελληνικού πολιτισμού είναι ατυχώς η αρχαιοτέρα. Ο Eλληνισμός, ο καταυγάζων δι’ ανεσπέρου φωτός και ημάς τους νάνους απογόνους, δεν είναι ο πρόσφατος, δεν είναι ο Xριστιανικός Eλληνισμός, αλλ’ είναι ο Eλληνισμός των εθνικών χρόνων. [] Λοιπόν, η έννοια του Ελληνισμού δεν δύναται ποτέ να ταυτισθή προς την έννοια της Ορθοδοξίας, και θα προσθέσω μάλιστα ότι [] αν γίνη παραδεκτή η θεωρία αυτή («εφ’ όσον δεν είναι ορθόδοξος ένας άνθρωπος, δεν είναι δυνατόν να είναι Έλλην»), τότε βεβαίως όσοι ευρίσκονται εις την Eλλάδα, εάν πιστεύουν άλλην θρησκείαν, τότε αυτοί δεν είναι Έλληνες. []
» Δεν δύναμαι λοιπόν να εννοήσω πώς άνδρες κατ’ εξοχήν φιλελεύθεροι, είναι δυνατόν να πιστεύουν τας δύο αυτάς εννοίας και να σας λέγουν ότι η έννοια του Eλληνισμού ταυτίζεται προς την έννοιαν της Ορθοδοξίας, ενώ δεν υπάρχουν ίσως δυστυχώς δύο τόσον αντίθετοι προς αλλήλας όσον είναι σήμερον η έννοια του Eλληνισμού προς το επικρατούν μέρος της Ορθοδοξίας. []
» Πώς δύνασθε να παραγνωρίζητε το γεγονός αυτό, και να έρχησθε εδώ, επαναλαμβάνω, ταράττοντες την θρησκευτικήν συνείδησιν των πολλών, να ισχυρίζεσθε ότι η έννοια του Ελληνισμού ταυτίζεται προς την έννοιαν της Ορθοδοξίας; Αλλά πώς, κύριοι πληρεξούσιοι, παραγνωρίζομεν ότι η ανακήρυξις τοιούτων δογμάτων περιορίζει το μέγα όνειρον του Ελληνισμού, πώς δεν αναγνωρίζομεν ότι το εθνικόν μέλλον το συντρίβομεν, καθ’ ην στιγμήν ερχόμεθα να ανακηρύξωμεν ότι εις τους κόλπους του Ελληνισμού δεν δύνανται να χωρήσουν παρά οι πρεσβεύοντες το Ορθόδοξον Ανατολικόν δόγμα; Ποίος δεν γνωρίζει ότι, αν ταχέως ή βραδέως πρόκειται να πληρωθώσι τα εθνικά μας όνειρα, εις την Ελλάδα του μέλλοντος πρόκειται να περιλαμβάνωνται αλλόθρησκοι και αλλόδοξοι πληθυσμοί; Πώς δεν εννοείτε ότι κεφαλαιώδες συμφέρον του Ελληνισμού είναι να διακηρύξη ότι η έννοια αυτού είναι τόσον ευρεία και τόσον άσχετος προς τα θρησκευτικά δόγματα, ώστε εις την έννοιαν αυτήν δύναται να χωρήσωσι όχι μόνον οι πρεσβεύοντες τα του Χριστού δόγματα, αλλά και οι πρεσβεύοντες τα δόγματα πάσης άλλης γνωστής ή αγνώστου θρησκείας
;».
Και ένα μήνα αργότερα υπογράμμισε: «Αφ’ ετέρου, κύριοι, είμαι βέβαιος ότι η ανάπτυξις του πολιτισμού, η επερχομένη οσημέραι συνείδησις όλων των πολιτισμένων λαών, ότι τα πράγματα του κόσμου αυτού πρέπει να ρυθμίζωνται ασχέτως όλως διόλου προς τας πεποιθήσεις τας θρησκευτικάς, τας οποίας έχει έκαστος εκ των πολιτών, και η καθ’ ημέραν μείζων σπουδαιότης των κοινωνικών ζητημάτων, η οποία καταλαμβάνει ολόκληρον τον πεπολιτισμένον κόσμον, θα φέρη ταχέως μετά δεκαετηρίδας τινάς, έστω εν ανάγκη και μετά εκατονταετηρίδα, εις το σημείον, ώστε και παρ’ ημίν να νοηθή, ότι ο εθνισμός δεν δύναται να συγχισθή παντάπασι προς την θρησκείαν» (25.11.1906).
Πρέπει να επισημάνομε ότι ο δεινός χειριστής της ελληνικής γλώσσας εσκεμμένα χρησιμοποίησε τον νεολογισμό ελευθεροθρησκεία (όπως άλλωστε διευκρίνισε: «ίνα είπω ακριβέστερον»), διότι ο όρος υποδηλώνει απόλυτη ελευθερία, αντί του όρου ανεξιθρησκεία (τον οποίο είχε εισαγάγει στη γλώσσα μας ο Ευγένιος Βούλγαρης[4] το 1768), που σημαίνει ανοχή αλλοτρίων θρησκειών. Όχι λοιπόν θρησκευτική ελευθερία στη βάση της ανοχής ή κατά παραχώρησιν, αλλά ελευθερία ως ανθρώπινο δικαίωμα. Δικαίωμα όχι μόνο για τους πιστούς γνωστών θρησκειών, αλλά και αγνώστου θρησκείας. Μεταξύ λοιπόν της ελευθεροθρησκείας του Ελευθερίου Βενιζέλου και της ανεξιθρησκείας του Ευγενίου Βούλγαρη ορθότερος θα ήταν ο νεολογισμός του Βενιζέλου. Όσον αφορά δε την επίδειξη των θρησκευτικών πεποιθήσεων ενός εκάστου, ετόνισε: «Αναξιοπρεπές θα ήτο να υποχρεωθώ να διακηρύξω τας ιδικάς μου θρησκευτικάς πεποιθήσεις». Είχε λοιπόν ένα λόγο παραπάνω ο αρχιεπίσκοπος Θεόκλητος να υψώσει δέκα χρόνια μετά, στις 12/25.12.1916, την εκκλησιαστική ρομφαία: «κατά Ελευθερίου Βενιζέλου ανάθεμα έστω». Ο οξυδερκής πολιτικός προσδιόρισε ότι «έστω εν ανάγκη και μετά εκατονταετηρίδα» τα πράγματα του κόσμου αυτού πρέπει να ρυθμίζονται ασχέτως προς τις θρησκευτικές πεποιθήσεις. Εκατό χρόνια μετά, η ηγεσία του Χριστόδουλου θα υπογράμμιζε, με τις προκλήσεις και τα κατορθώματά της, την ανάγκη να τεθούν αυτές οι θεοκρατικές αντιλήψεις στο περιθώριο όπου ανήκουν, να περιορισθεί η «επικρατούσα εκκλησία» στον ρόλο της, να παύσει το ελληνικό κράτος να θρησκεύεται και αναξιοπρεπώς να το διακηρύσσει, και τούτο να θεσμοθετηθεί στην επόμενη συνταγματική αναθεώρηση, αφού κάποιος άλλος που κυκλοφορεί με το επώνυμο Βενιζέλος υπονόμευσε την προηγούμενη. «Επικρατούσα» αντίληψη να είναι μόνον τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι ελευθερίες.


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

1. Επίσημος Εφημερίς της Κρητικής Πολιτείας, τεύχος τέταρτον, Εν Χανίοις 1906, Ιστορικό Αρχείο Κρήτης. Τέσσερα αποσπάσματα αυτών των αγορεύσεων βρίσκονται και στο Σ. Ι. Στεφάνου, Πολιτικαί Υποθήκαι Ελευθερίου Βενιζέλου, τόμ. Α΄, 1965 (σελ. 177 και 288-289), τόμ. Β΄ 1969 (σελ. 114 και 282-283).
2. Οι πιο φανατικοί διατείνονταν ότι «η εκκλησία η ορθόδοξος… αποτελεί περίλαμπρον ήλιον, απέναντι του οποίου όλοι οι άλλοι αστέρες όλων των άλλων θρησκειών εκμηδενίζονται και η λάμψις αυτών καθ’ ολοκληρίαν εκλείπει» (Ι. Βουκυκλάκης), ενώ άλλοι βελτίωναν την πρόταση περί «επισήμου θρησκείας» προσθέτοντας ολίγα τινά περί ανεξιθρησκίας: «Πάσα άλλη θρησκεία ανεγνωρισμένη είναι ανεκτή» (Εμμ. Θεοδωρίδης)… Άλλοι, αντί της «επισήμου θρησκείας» υποστήριζαν τον όρο «επικρατούσα θρησκεία» (Μ. Δημητρακάκης), κρούοντας τον κίνδυνο ότι «η ελευθερία θα καταστή μάστιξ, η ελευθερία θα ομοιάση προς γυναίκα ακόλαστον, η οποία θέλει αφεθή εις την διάκρισιν των πάντων».
3. Eκείνη την εποχή είχαν γίνει εμπρησμοί και σφαγές Ελλήνων στην Αγχίαλο από τους ομόδοξους Βούλγαρους, που ανάγκασαν τους κατοίκους της να εκπατρισθούν.
4. Ευγένιος Βούλγαρης, Περί των διχονοιών των εν ταις Εκκλησίαις της Πολωνίας δοκίμιον ιστορικόν και κριτικόν [] και σχεδίασμα περί της Ανεξιθρησκείας, Λιψία 1768.


Τι είναι το βιβλίο «Η Μάστιγα του Θεού»:

666 ΣΕΛΙΔΕΣ με τον λόγο και τα έργα του Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου, του πολίτη με αριθμό ταυτότητας 666 974 (βλ. σελίδα 666). Το βιβλίο παρουσιάζει τις ιδεοληψίες και τα κατορθώματα μιας δεύτερης επταετίας αφού ευλαβώς υπηρέτησε την πρώτη. Αναλύει το ιδεολόγημα της Ελληνορθοδοξίας, ημίονο που ίππευσε ο «Εθναπόστολος» προκειμένου να εισπηδήσει στην πολιτική, η οποία δεν είναι παρά μεταμφίεση του κακοφυούς και κακόφημου Ελληνοχριστιανισμού μετά την πτώση του καθεστώτος της «Ελλάδος Ελλήνων Χριστιανών» το 1974. Ανατέμνει τα ιδεολογήματα που συγκροτούν τη μυθολογία της «Ελλάδας Ελλήνων Ορθοδόξων» και την καταγωγή τους. Χαρτογραφεί τις αναχρονιστικές δυνάμεις, όλου του φάσματος, οι οποίες σε πολιτικό αλλά και θεωρητικό επίπεδο συνήργησαν και συνεργούν στην κραταίωση, τη διάχυση και τις μεταστάσεις του φαινομένου, κορυφαία έκφραση του οποίου είναι ο αρχιεπισκοπικός πολιτικός λόγος και οι εξουσιαστικές και εθναρχικές αξιώσεις του. Παρακολουθεί σχολαστικά τον δάνειο θεωρητικό λόγο του (αναμηρυκαστική μωροθεολογία), την εθνολαϊκιστική δημαγωγία και τις πολιτικές παρεμβάσεις του. Παρουσιάζει όλη την πορεία του και ειδικότερα το χουντικό παρελθόν του με ανέκδοτες φωτογραφίες και ντοκουμέντα, όπου η «έκπληξη» είναι ο Θεσσαλονίκης Άνθιμος. Αποκαλύπτει το σατανικό «Σχέδιο Μυρμηκολέων», αλλά και το «Σχέδιο Χαμαιλέων» που συνήθως εφαρμόζει ο Χριστόδουλος. Μετά πάσης λεπτομερείας παρουσιάζει τη Μαύρη Ελλάδα, όπως εκφράστηκε με την Απάτη των Ταυτοτήτων. Και ολοκληρώνεται με την εκτενή παρουσίαση του «κύριου είδους προς εξαγωγή που διαθέτει η χώρα μας», το οποίο «δεν είναι άλλο από την Ελληνορθοδοξία», σύμφωνα με τη ρήση του Χριστόδουλου. Δηλαδή με την αναλυτική παρουσίαση των σκανδάλων του 2005. Μια συναρπαστική περιήγηση στoν θαυμαστό κόσμο της Ελληνορθοδοξίας και την «εθναποστολή» που έχει καταντήσει μάστιγα για τη χώρα μας.

Ιεροί παραλογισμοί. Άρθρο του ΜΑΡΙΟΥ ΠΛΩΡΙΤΗ




ΕΙΛΙΚΡΙΝΑ δεν είχα καμιά διάθεση να ξανασχοληθώ με τον κ. Χριστόδουλο. Πολύ περισσότερο που ο κ. Μανώλης Βασιλάκης συνέθεσε έναν ογκώδη τόμο 666 σελίδων, με τίτλο «H μάστιγα του Θεού», όπου, με αξιοθαύμαστη υπομονή, συγκέντρωσε όλα τα στοιχεία για τον βίο και πολιτεία του Μακαριότατου, και παραθέτει πλήθος κείμενά του, που δίνουν όλο το μέγεθος των κοσμοθεωριών του.
Ομως, ένα νεότερο πόνημά του Αρχιεπισκόπου (που εκφωνήθηκε στα «Παύλεια» Βέροιας και δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Εκκλησίας, 28.6.06), αποτελεί - νομίζω κορυφαίο αριστούργημα του κατηχητικού λόγου του. Και αξίζει να γίνει γνωστό σε ακόμα πλατύτερους κύκλους. Ιδού:
«ΤΟ δεύτερο είδωλο του ανθρώπου (μετά τα φρικαλέα ανθρώπινα δικαιώματα προφανώς) είναι η Λογική»... που «αποτελεί την τραγωδία του σύγχρονου ανθρώπου».
Απίστευτο αλλ' αληθές! Πριν προχωρήσει, όμως, στην πομφολυγώδη ανάπτυξη του αφορισμού του, προσφέρει εν είδει hors d'oeuvre ένα πελώριο μαργαριτάρι: «Από τον Θωμά τον Ακινάτη (1224-1274) και μετά, ο δυτικός άνθρωπος επιχειρεί να εξηγήσει με τη Λογική τα πάντα, ακόμη και ό,τι προφανώς τον υπερβαίνει».
Αλλ' ακόμα και οι μηδενισθέντες υποψήφιοι των AEI-TEI, γνωρίζουν ότι θεμελιωτής της τυπικής Λογικής είναι ο Αριστοτέλης και ότι τα έργα του επηρέασαν καταλυτικά όλη την κατοπινή φιλοσοφία, μεσαιωνική και νεότερη. Και μάλιστα, ο μεγάλος γερμανός φιλόσοφος Ιμμάνουελ Καντ υποστηρίζει πως «η Λογική δεν μπόρεσε να κάνει ούτε ένα βήμα μπρος ή πίσω από τον καιρό του Αριστοτέλη».1
Αλλωστε, και ο σπουδαίος θεολόγος και φιλόσοφος Θωμάς Ακινάτης, στην αριστοτελική διδασκαλία στηρίχτηκε, προσπαθώντας να συνδέσει τη θεολογία με τη φιλοσοφία. Πώς τα αγνοεί - ή τα αποσιωπά - αυτά ο θεόπνευστος διδάχος μας;
ΑΣ έρθουμε όμως, στο corpus του αρχιεπισκοπικού λιβέλλου, για να ρωτήσουμε: Αν η Λογική αποτελεί την «τραγωδία του ανθρώπου», τι είναι εκείνο που εξασφαλίζει την ευτυχία του; Αυτονόητα, το αντίθετο της Λογικής: η πίστη, το δόγμα, το «πίστευε και μη ερεύνα», ο παραλογισμός. Αυτό, δηλαδή, που κυριαρχούσε στον Μεσαίωνα και που το σάρωσαν η Αναγέννηση και ο Διαφωτισμός. Εξ ου, και το αβυσσαλέο μίσος και μένος του Αρχιεπισκόπου εναντίον αυτών των «Δαιμόνων».
ΤΟ περίεργο όμως είναι ότι ο κ. Χριστόδουλος, στα ατελεύτητα κηρύγματά του, μιλάει αδιάκοπα για «ελληνο-χριστιανικό πολιτισμό». Αλλ' ακόμα κι εκείνος δεν μπορεί να αγνοεί πως ο αρχαιοελληνικός πολιτισμός, σε όλες τις εκφάνσεις του (από τη φιλοσοφία ως τις επιστήμες, από την κοινωνική ως την πολιτική οργάνωση) διεπόταν από τον Λόγο, τη Λογική. Πριν 20 μέρες2, είχα παραθέσει την επιγραμματική διατύπωση του εγκυρότερου μάρτυρα, του Αριστοτέλη: «Δεν δίνουμε την εξουσία σ' έναν άνθρωπο αλλά στον Λόγο, επειδή οι άνθρωποι ασκούν την εξουσία για τον εαυτό τους και γίνονται τύραννοι». Οχι μόνο την πολιτική εξουσία αλλά και κάθε άλλη.
Πώς, λοιπόν, ο κ. Χριστόδουλος (και πολλοί συν αυτώ) «παντρεύουν» τον Ελληνικό πολιτισμό που κυριαρχείται από την Λογική, με την Ορθοδοξία, τον Χριστιανισμό γενικότερα, που βασιλεύεται από την «άγια» μη-λογική; Δεν είναι αυτό μια γοερή αντίφαση που, αντιστάσεως μη ούσης, χρησιμοποιείται κατά κόρον όχι μόνο από το ιερατείο αλλά και από πολιτικούς και άλλους αστέρες των μπαλκονιών και των τηλεοπτικών παραθύρων;
Πολύ περισσότερο που (κατά τον κ. Χριστόδουλο, πάντα) η συνέπεια της αφειδούς χρήσης της Λογικής είναι να «αποϊεροποιηθεί η ζωή». Δηλαδή, ο άνθρωπος και η ζωή του είναι «ιερά», αλλά έρχεται η σατανική Λογική και γκρεμίζει τα άγια και τα όσια. Ετσι που ο άνθρωπος «καθίσταται ον πεπερασμένο, χωρίς αξία, χωρίς προορισμό στη ζωή του, μια έμβια μηχανή, που μπορεί να τη χρησιμοποιεί όπως αυτός νομίζει. Το χειρότερο, δηλαδή, είναι ότι η φιλοσοφική αντίληψη της Λογικής χρησιμοποιείται και ως όπλο κατά αρχών και αξιών, που έχουν να κάνουν με την ίδια την υπόσταση του ανθρώπου».
Ο κ. Χριστόδουλος δεν εξηγεί ποιες είναι αυτές οι αρχές και αξίες. Αλλά οποιοσδήποτε άνθρωπος με σώας τας φρένας, θα τον πληροφορήσει πως βασικότατες αξίες του ανθρώπινου βίου είναι η ελευθερία ζωής, σκέψης, έκφρασης, πράξης, δηλαδή τα ανθρώπινα δικαιώματα, που ο Αρχιεπίσκοπος κατακεραυνώνει σε κάθε ευκαιρία. Κατ' αυτόν, όμως, η σωτηρία του ανθρώπου έγκειται στην κατάργηση αυτών των δικαιωμάτων. Οπότε ο άνθρωπος θα ξαναγίνει αυτό που ήταν κάτω από τυραννικά, ολοκληρωτικά καθεστώτα: μια έμβια μηχανή (εδώ ταιριάζει ο όρος), χωρίς άλλο «δικαίωμα» παρά να πιστεύει τυφλά και να υπακούει βουβά τους προφήτες της όποιας πίστης, να εκτελεί αδιαμαρτύρητα ό,τι εκείνοι του επιτάζουν - και να τους χρυσώνει.
THN απόδειξη την προσφέρει ο ίδιος σε μια λίγο νεότερη ομιλία του στην Πολιτιστική Αμφικτυονία των Δελφών, που δημοσιεύεται επίσης στην ιστοσελίδα της Εκκλησίας (5.7.06).
Εκεί κηρύττει ανοιχτό πια και ανελέητο πόλεμο κατά των ανθρώπινων δικαιωμάτων. «H εκκλησία θα έλθει σε πολλές συγκρούσεις με το κίνημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων», προφητεύει. Και στη θέση τους (που είναι μια «νομική αντίληψη»!) «εκείνη προτάσσει τη διακονία». Και τι εστί διακονία; Μα η υπηρεσία, η αδιαμαρτύρητη εκτέλεση καθήκοντος που σου ορίζουν άλλοι, «ανώτεροί» σου. Ενώ τα ανθρώπινα δικαιώματα μεθοδεύουν την «κατάργηση της ηθικής συνείδησης» και μετατρέπουν τον άνθρωπο σε «υποζύγιο του διαβόλου»!
ΙΔΟΥ, λοιπόν, ο - κατά Χριστόδουλον - ιδανικός άνθρωπος: ένα πλάσμα ά-λογο, άκριτο, άβουλο, άλαλο, δουλικό, ένα υποζύγιο (κυριολεκτικά, αυτή τη φορά), που θα συμμορφώνεται ασυζητητί με τα δόγματα και τους φετφάδες των «πνευματικών» πατέρων του.
Ετσι και μόνο έτσι θα «ιεροποιηθούμε» όλοι, και ο Σατανάς, ο «άρχων του κόσμου τούτου», (όπως τον ονομάζει ο Αρχιεπίσκοπος) θα μεταναστεύσει σε κάποιον άλλον πλανήτη, για να τον «διαβολίσει» κι αυτόν - εκτός αν βρει εκεί κάποιον άλλον Χριστόδουλο που θα του χαλάσει τα σχέδια...

1. «Κριτική του Καθαρού Λόγου», B, 7.
2. «Διάλογοι», «Βήμα», 2.7.00. Το ΒΗΜΑ, 23/07/2006 , σελ.: B 36.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ Μ. Βασιλάκη:

Οι «επαγγελματικές» οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν αντέδρασαν στην κήρυξη πολέμου από τον Χριστόδουλο! Και μάλιστα από το επίσημο βήμα του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου Δελφών. Σιωπούν. Και η σιγή τους είναι εκκωφαντική. Ούτε τα προσχήματα δεν τηρούν πλέον. Ούτε το άρθρο του κ. Πλωρίτη τις έκανε να αντιδράσουν. Και η ευαισθησία, στην Ελλάδα, είναι επάγγελμα.

Το πλήρες κείμενο στο οποίο αναφέρεται ο κ. Πλωρίτης είναι:
Ομιλία του Αρχιεπισκόπου
στην Πολιτιστική Αμφικτυονία 2006
στο Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών
με θέμα «Θρησκείες και Πολιτισμοί του 21ου αιώνα»

5/7/2006

«[…] Δεν θα μπορούσα να κλείσω την εισήγησή μου μιλώντας στον χώρο αυτόν, χωρίς να αναφερθώ σε δυο μεγάλης σημασίας θέματα: στα δικαιώματα του ανθρώπου και στην υπεράσπιση της τέχνης.
Η Εκκλησία θα έλθει σε πολλές συγκρούσεις με το κίνημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η Εκκλησία, όχι μόνο δεν αντιτίθεται στα δικαιώματα του ανθρώπου αλλά τα υπερβαίνει, αφού στη θέση των δικαιωμάτων, δηλαδή μιας νομικής αντίληψης, Εκείνη προτάσσει τη διακονία. Στη θέση των όσων ο νόμος επιτρέπει, Εκείνη προτάσσει την ελεύθερη υπηρεσία και αφοσίωση. Όμως, η Εκκλησία, δεν μπορεί να δεχθεί αυτό που μέσω του κινήματος των δικαιωμάτων προωθεί ο άρχων του κόσμου τούτου: την κατάργηση της αμαρτίας. Αυτό που θέλουν να εμφανίσουν ως δικαίωμα, δεν είναι ο σεβασμός του ανθρωπίνου προσώπου αλλά η εξαλλοίωσή του, η απαγόρευση να συναισθάνεται ο άνθρωπος την αδυναμία του έναντι του Θεού, την αμαρτωλότητά του. Μεθοδεύεται λοιπόν η αδυναμία του ανθρώπου να μετανοεί και να συγχωρείται. Με άλλα λόγια, μεθοδεύεται η κατάργηση της ηθικής συνείδησης, και η αντικατάστασή της από νομικούς κανόνες. Στον κόσμο που ετοιμάζουν, δεν θα υπάρχουν πλέον αμαρτίες, αλλά μόνον παραβάσεις του νόμου.
Σε αυτή τη μετατροπή του ανθρώπου σε υποζύγιο του διαβόλου, ασφαλώς και ανυποχώρητα θα αντιταχθεί η Εκκλησία. Δεν έχει σημασία ποιοι νόμοι θα ψηφισθούν. Κι αν νομοθετηθεί η κατάργηση της ηθικής συνείδησης, κι αν ακόμη τα σχέδια του πονηρού περάσουν. Ακόμη χειρότερα γι’ αυτόν, αφού η Εκκλησία θα μένει πλέον ο μόνος και άγρυπνος φάρος της συνείδησης.
Και τελειώνω, κλείνοντας με μιαν αναφορά στην τέχνη. Όχι τυχαίως, το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών παρουσιάζει εδώ και στοχασμό και τέχνη. Ορθώς, διότι έτσι τιμά το πνεύμα του χώρου. Αλλά μπορώ να πω ότι για την Ορθόδοξη Εκκλησία, η αγάπη για την τέχνη θα αποτελέσει ένα κριτήριο της ικανότητάς της να ανταποκριθεί στη ζωή του ποιμνίου της. Διότι όσο περισσότερο οι κοινωνίες μας γίνονται απρόσωπες και μαζικές, τόσο περισσότερο η Εκκλησία πρέπει να βλέπει την τέχνη ως όπλο υπεράσπισης του ανθρώπου από τις αλλοτριωτικές δυνάμεις. Δεν θα δεχθώ βεβαίως ότι όλα τα έργα εκφράζουν το πρόσωπο του ανθρώπου. Γνωρίζω ότι πολλά το θίγουν και το απογυμνώνουν. Αλλά η τέχνη μένει πέραν αυτών. Πιστός σύντροφος και μέγα όπλο στον αγώνα του ανθρώπου να υπερβαίνει τις συνθλίβουσες συνθήκες, να αναπνέει ελεύθερα, να νιώθει πάνω του την πνοή του Θεού.
Εύχομαι σε όλους σας το πνεύμα του Θεού του Ζώντος να κατευθύνει τα βήματά σας.»

Από το site της Εκκλησίας:
http://www.ecclesia.gr/greek/archbishop/default.asp?id=454&what_main=1&what_sub=7&lang=gr&archbishop_heading=Μηνύματα

Sunday, July 09, 2006

Επεισόδιο Π. Κονδύλη

10 χρόνια από την εθνικιστική κρίση των Ιμίων

του Μανώλη Βασιλάκη

Συμπληρώθηκαν φέτος δέκα χρόνια από την ελληνοτουρκική κρίση των Ιμίων. [...] Μέσα σ’ αυτό το κλίμα της γενικευμένης ιμιοπάθειας, η οποία διήρκεσε πολλά χρόνια μετά το επεισόδιο, οι πιο «ρεαλιστές» φιλοπόλεμοι αντί να επιδίδονται μόνο σε ύβρεις, ρητορική πολεμολογία και θεωρίες συνωμοσίας επεξεργάζονταν σχέδια μιας αποτελεσματικής στρατιωτικής αντιμετώπισης του «προαιώνιου εχθρού». Και επιτέλους απέκτησαν ολοκληρωμένη «ακαδημαϊκή» πρόταση με το πόνημα του Παναγιώτη Κονδύλη Θεωρία του Πολέμου (εκδ. Θεμέλιο, 1997), στο οποίο περιλαμβάνεται ένα εκτενέστατο επίμετρο όπου ο συγγραφέας του προτείνει τη «στρατηγική του πρώτου πλήγματος». [...]
Αν πρόκειται να διαβάσει κανείς τις φλύαρες και ανεπιστημονικές θεωρίες απόφασης και πολέμου του Κονδύλη, είναι προτιμότερο να διαβάσει τον μεγάλο στυλίστα δάσκαλό του Carl Schmitt ο οποίος τις διατυπώνει με άκρα γλαφυρότητα και προπαντός λιτότητα· λόγου χάρη: «Πες μου ποιος είναι ο εχθρός σου και θα σου πω ποιος είσαι»· κι ακόμη πιο λιτά: «Distinguo ergo sum» (Διαφέρω άρα υπάρχω). Οι αντιδημοκρατικές και αντιφιλελεύθερες απόψεις, οι επικίνδυνες ιδέες και οι επικίνδυνες θεωρίες από επικίνδυνα μυαλά όχι μόνον δεν πρέπει να είναι σεβαστές, αλλά να αποκαλύπτονται και να επικρίνονται με επιχειρήματα.

Διαβάστε το υπόλοιπο (3.750 λέξεις) στο
http://e-rooster.gr/07/2006/296